Ήρθες στον μεγάλο μοναχικό πύργο μου. Πολλά βράδια κοιτούσα έξω από το παράθυρο τους μαύρους υγρούς δρόμους, αλλά δε σε έβλεπα πουθενά.
Τα περιστέρια είχαν ακόμη τις φωλιές τους στη σκοτεινή σοφίτα. Δεν τα έδιωξα.
Μου θύμιζαν τον πατέρα μου που βέβαια μέσα στο όνειρό μου ζούσε ακόμα.
Εκείνο το βράδυ ο πατέρας κοιμόταν.Κατέβηκα τη μεγάλη σκάλα αθόρυβα…
και σε είδα εκεί να στέκεσαι στο κατώφλι. Το παλτό σου είχε στους ώμους χιλιάδες λαμπυρίζουσες σταγόνες.Έκανες ένα βήμα μέσα με ενα απαλό χαμόγελο
και κοίταξες κάτω στα δεξιά σου. Κρατούσες ένα μικρό παιδί με πύρινα μαλλιά.
Ήταν η Άνναμπελ. Μικροσκοπική, ατίθαση με βλέμμα διαπεραστικό όπως τα παιδιά του Αλλόκοσμου. Την πήρα αγκαλιά. Με κοίταξε βαθιά μέσα στην ψυχή μου…”Με ξέχασες” μου είπε κοφτά. Την φίλησα στο μέτωπο. Τα κόκκινα μαλλιά της μύριζαν άνεμο…
-Ευλαμπία Τσιρέλη-
Βρείτε ολόκληρο το διήγημα στο νέο βιβλίο “Χρόνειρα. Παράξενες Διηγήσεις & αδέσποτα ποιήματα”, που κυκλοφορεί από τις Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή.
Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.