Τελετουργικό

tsireli-writingΕίναι πολύ πρωί, το μάθημα ξεκινάει στις εννιά κι όμως έχω ξυπνήσει πριν από τις επτά. Εδώ ξυπνάω με το πρώτο φως μόνο για να ανοίξω τις κουρτίνες μου και να δω την πρωινή ομίχλη, βαριά, στο δρομάκι, να γυαλίζει το πλακόστρωτο.

Δεν φτιάχνω καφέ, ετοιμάζομαι γρήγορα για να βγω το συντομότερο από το σπίτι. Για το τελετουργικό μου. Ντύνομαι ζεστά -πρόσφατα αγόρασα ένα πολύ χοντρό πανωφόρι κι έτσι μπορώ άνετη να κάνω τις βόλτες μου χωρίς να με περονιάζει το σκοτσέζικο κρύο. Παίρνω την τσάντα μου. Σήμερα έχω ΝT Greek και πρόκειται να δούμε και κάποιους παπύρους με μεγαλογράμματους κώδικες. Όσο το σκέφτομαι, τόσο πιο δυνατά χτυπάει η καρδιά μου.

Η εξώπορτά μου είναι σκούρη μπλε. Όλες οι εξώπορτες εδώ είναι κόκκινες ή μπλε. Στον στενό δρόμο η ομίχλη είναι τόσο πυκνή που νομίζω πως έχει μυρωδιά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη μυρωδιά της πόλης. Κάθε πόλη έχει τη δική της. Εδώ μυρίζει παρελθόν και δόξα. Ίσως και λίγη μελαγχολία αργότερα. Η μυρωδιά αυτή θα μείνει για πάντα μέσα στο κεφάλι μου.

Κατευθύνομαι προς το Βασιλικό Μίλι. Έχω αρκετό δρόμο. Τα πόδια αρχίζουν να παγώνουν και να μουδιάζουν μα μέσα μου λέω πως είναι επειδή βγάζουν φτερά. Όταν δεν θα τα νιώθω πια σε λίγο είναι επειδή θα πετάω. Περνάω από το νεκροταφείο Greyfriar’s. Μπαίνω για έναν χαιρετισμό στο άλλοτε. Δεν έχω δει πιο χαρούμενους τάφους ή, έστω, φαντάζουν έτσι πάλι μέσα στο κεφάλι μου. Κάθομαι ακριβώς για τρία λεπτά στο πέτρινο παγκάκι. Αφουγκράζομαι τους πρωινούς ήχους -θυμάμαι πάλι εκείνο το παράξενο αηδόνι που τραγουδά κάθε βράδυ έξω από το παράθυρο από τη μέρα που ήρθα. Ακούω τα δέντρα, θαρρείς κολυμπούν στην ομίχλη τα κλαδιά. Το παχύ γκριζόλευκο υποχωρεί σιγά-σιγά όσο διαλύεται η ομίχλη και κερδίζει τη μάχη και πάλι αυτό το εκτυφλωτικό σκοτσέζικο πράσινο. Αφού παρακολουθήσω τη μάχη, φεύγω.

Στο έμπα του πλακόστρωτου ιστορικού δρόμου αγοράζω τον καφέ μου. Ζέστη μόκα. Και αυτή η γεύση θα μείνει μέσα μου για πάντα, όπως και η αίσθηση της ζέστης μέσα στα παγωμένα μου χέρια.

Δεν υπάρχει κόσμος ακόμη. Τα τακούνια μου αντηχούν στα παλιά κτίρια, στις οξυκόρυφες στέγες και σκέφτομαι άραγε αυτός ο ήχος να απορροφάται; Θα μείνω εδώ για πάντα; Σε λίγο, ένας άντρας με λευκή αναγεννησιακή περούκα και τήβεννο διασχίζει τον δρόμο και συνειδητοποιώ πως για πάντα θα θυμάμαι το Royal Mile ως χρονομηχανή.

Μπαίνω σε ένα από τα στενάκια να κόψω δρόμο για τη σχολή. Στην αυλή του Μουσείου των Συγγραφέων. Κάθε που θα γράφω αργότερα, θα ξέρω ότι έπιασαν εκείνες οι ευχές που έκανα σφίγγοντας τις γροθιές και τα μάτια όσο πιο πολύ μπορούσα. Πατώ πάνω στις χαραγμένες πλάκες και τις διαβάζω μία-μία. “There are no stars so lovely as Edinburgh’s street lamps”-R.L.Stevenson. Κατεβαίνω τα σκαλάκια. Η θέα από το The Mount είναι πάντα αρχοντική.Τα σύννεφα κατεβαίνουν βλοσυρά να ακουμπήσουν τις στέγες. Το πράσινο στους Κήπους της Πριγκίπισσας έχει θριαμβεύσει, με άρμα τον ηγεμονικό άνεμο να προελαύνει. Παίρνω βαθιά ανάσα και ξέρω πως όλα αυτά θα ζήσουν μέσα μου. Θα τα θυμάμαι με λίγη δόση φαντασίας ίσως. Ίσως και όχι, δεν χρειάζεται κάτι περισσότερο. Θα περπατώ το τελετουργικό μου τα δύσκολα πρωινά, ξανά και ξανά, μέσα στο κεφάλι μου. “Γιατί”, όπως συνηθίζω να λέω, “τι είναι άραγε αληθινό αν δεν είναι αυτό που ζει μες στα κεφάλια μας;”

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s