
Οι παρακάτω σκέψεις και προβληματισμοί δεν έχουν χαρακτήρα επίκρισης, αλλά περισσότερο ενημέρωσης, γιατί δεν είναι όλοι υποχρεωμένοι να έχουν γνώση της λογοτεχνίας, των βιβλίων και των ειδών. Θεωρώ υποχρέωση των δασκάλων, των συγγραφέων, αλλά και του κόσμου του βιβλίου γενικότερα, να επιμορφώνει το κοινό με κάθε ευκαιρία.
Άξια μελέτης είναι η προσέγγιση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην αναγνωστική κουλτούρα μας. Φαίνεται πως έχουμε μπερδέψει τη λογοτεχνία με το δοκίμιο. Συχνά, υποψήφιοι αναγνώστες ζητούν από τον βιβλιοπώλη ‒ή σε ομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης‒ βιβλία για συγκεκριμένο σκοπό και με συγκεκριμένο δίδαγμα. Αναζητούν συγκεκριμένες απαντήσεις: Ένα βιβλίο για την πρώτη μέρα στο σχολείο ή Ένα βιβλίο για τη διαχείριση του χωρισμού. Και άλλοι ‒βιβλιοπώλες που δεν είναι «διαβασμένοι» ή απλοί αναγνώστες που θέλουν απλά να βοηθήσουν‒ απαντούν με τίτλους δηλωτικούς του θέματος και εκεί σταματούν οι προτάσεις. Π.χ.: <<Πρώτη μέρα στο σχολείο>> ή <<Το ηλιοβασίλεμα μιας σχέσης>> (Οι τίτλοι είναι εντελώς φανταστικοί).
Η λογοτεχνία δεν λέει, αλλά δείχνει
Ας καταλάβουμε ότι τα θέματα που αγγίζει ένα λογοτεχνικό βιβλίο μπορεί να είναι πολλά και όχι μόνο ένα. Ή ότι ένα λογοτεχνικό βιβλίο δεν γράφεται από τον συγγραφέα του για να λύσει ένα πρόβλημα ή για να δώσει απαντήσεις. Το αν επικοινωνεί προβληματισμούς και δίδει κάποιες απαντήσεις μέσα από τη δράση των ηρώων, αυτό είναι άλλο πράγμα. Εννοείται πως περιέχει και απόψεις του συγγραφέα ο οποίος, μέσω της μυθοπλασίας του, μπορεί π.χ. να πάρει θέση απέναντι σε ένα κοινωνικό φαινόμενο (και καλό είναι να γίνεται αυτό). Εξάλλου, πολλά λογοτεχνικά βιβλία έχουν επηρεάσει συνειδήσεις και έχουν ανατρέψει καθεστώτα.
Υπάρχει και το ιστορικό μυθιστόρημα ή βιβλία που η δράση τους τοποθετείται σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Εδώ το ενδιαφέρον του αναγνώστη για την εποχή ή το είδος είναι επίσης άλλη υπόθεσηˑ ξέρει τι ζητάει, ξέρει τι μελετάει. Είναι προσωπικό γούστο και ενδιαφέρον. Όχι λύσεις σε προβλήματα και συγκεκριμένα θέματα.

Πώς επιλέγω το βιβλίο και πώς γίνομαι συνειδητός αναγνώστης λογοτεχνίας;
Ας απολαύσουμε τις ιστορίες που δεν έχουν διδακτισμό. Ας ανακαλύψουμε και ας αγαπήσουμε συγγραφείς, ας γνωρίσουμε τα είδη, τις φόρμες και τα ύφη, ας αγαπήσουμε και ας ταυτιστούμε με ήρωες γι’ αυτό που είναι και γι’ αυτά που μας ενώνουν μαζί τους, ας αφήσουμε την αφήγηση και τον χωροχρόνο του βιβλίου να μας συναρπάσουν. Ένα λογοτεχνικό βιβλίο υπάρχει για να σε μαγέψει με την ομορφιά του λόγου και της αφήγησης. Κι εκεί μέσα, μπορεί να βρεις κάπου τον εαυτό σου, να συνομιλήσεις και να πάρεις τις απαντήσεις που θέλεις. Ας ψάξουμε μέσα στη δράση των ηρώων να βρούμε τι ωφέλιμο μπορούμε να κρατήσουμε.
Η εξειδίκευση και η άμεση απάντηση σε ένα ζήτημα υπάρχει στο δοκίμιο που αναπτύσσει ένα συγκεκριμένο θέμα και εκφράζει ενδεχομένως και τη γνώμη του συγγραφέα, την καθοδήγηση ή τη συμβουλή του. Μπορούμε λοιπόν, την επόμενη φορά που χρειαζόμαστε μια λύση, μία γνώμη σε ένα πρόβλημα, να αναζητήσουμε ένα δοκίμιο, μια επιστημονική μελέτη αντίστοιχης θεματολογίας με αυτό που μας απασχολεί.
Από την πλευρά του συγγραφέα
Ο λογοτέχνης αποφεύγει να λέει, να μιλάει με διδακτισμό για να συμβουλεύσει και να δώσει λύσεις. Αφήνει τους ήρωες και τη δράση να σου δείξουν, να σε προβληματίσουν.
Πολλοί συγγραφείς, βλέποντας την τάση αυτή του κοινού να ζητούν βιβλία με συγκεκριμένο θέμα, πέφτουν στην παγίδα και ξεκινούν ανάποδα. Δηλαδή ασχολούνται με το δίδαγμα (το θέμα που θα τραβήξει και θα πουλήσει) και όχι με τη σωστή ανάπτυξη των ηρώων και της ιστορίας. Έχουν γεμίσει τόσο πολύ τα ράφια των βιβλιοπωλείων με τέτοια “δοκιμιακή” λογοτεχνία που δίνει απαντήσεις, ώστε πλέον η τέχνη μοιάζει αχρείαστη και ακατανόητη μάλιστα πολλές φορές.
Είναι πολύ εύκολο να πέσει ένας συγγραφέας σε αυτή την παγίδα του «ανάποδα». Το αποτέλεσμα, κατά πάσα πιθανότητα, θα είναι μια ιστορία χωρίς προσωπικότητα, αφού οι ήρωες θα φέρονται και θα δρουν σαν φελλοί ή νούφαρα, δηλαδή θα υπάρχουν μόνο στην επιφάνεια για να επιτελέσουν έναν και μόνο σκοπό: να δώσουν την απάντηση στο πρόβλημα που έχει τεθεί. Θα είναι πιθανότατα μονοδιάστατοι, πολυλογάδες και θα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με την εστίαση.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν μπορεί ένα συγκεκριμένο θέμα να εμπνεύσει τον συγγραφέα ως αφορμή. Από εκεί και πέρα όμως είναι θέμα διαχείρισης, ικανότητας και τεχνικής το αν το θέμα θα καταπιεί εν τέλει την ιστορία.

Τι γίνεται με τα παιδικά βιβλία;
Σε όλο αυτό, επιφυλάσσομαι για κάποια παιδικά βιβλία που απευθύνονται σε μικρές ηλικίες και εστιάζουν σε ανάπτυξη δεξιοτήτων, αυτοφροντίδα κ.λπ. Εκεί, ναι, μπορώ να τα αναζητήσω ανάλογα με το θέμα τους ίσως. Όμως και εδώ παρατηρώ ένα άλλο πρόβλημα: τα περισσότερα απευθύνονται στους γονείς ή στους νηπιαγωγούς και τους δασκάλους, δίδοντας οδηγίες στην ουσία. Δεν επικοινωνούν απευθείας με το παιδί. Και εδώ χωράει μεγάλη συζήτηση. Θέλουμε παιδιά που θα τους λέμε τι να κάνουν και θα τα καθοδηγούμε μια ζωή ή θέλουμε παιδιά σκεπτόμενα που θα προβληματίζονται και θα αναπτύσσουν δεξιότητες μέσα από την ανακάλυψη; Ας στοχαστούμε, γονείς, εκπαιδευτικοί και συγγραφείς. Η ευθύνη εξάλλου είναι κοινή.
Ευλαμπία Τσιρέλη
συγγραφέας, Δρ Α.Π.Θ., δασκάλα συγγραφής.
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό viewtag.gr
[Απαγορεύεται η αναδημοσίευση –σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή- του συνόλου ή μέρους του παρόντος άρθρου χωρίς την αναφορά του ονόματος της συντάκτριας.]