Πρωτομαγιά, μια πανάρχαια ιστορία

Την Πρωτομαγιά έχουμε μια διάθεση Πρωτοχρονιάς. Στεφάνια κυκλικά την Πρωτομαγιά, στεφάνια κυκλικά την Πρωτοχρονιά. Κύκλοι της φύσης, αναγέννηση και συνέχεια. Έντονη διάθεση ανακαίνισης, φρεσκάδας και προσμονής για κάτι καλύτερο.

Η αίσθηση αυτή που έχουμε δεν είναι τυχαία. Είναι μέσα μας από τα πολύυυυ παλιά χρόνια. Από τότε που ο αρχαίος άνθρωπος και οι πρώτοι πολιτισμοί, λειτουργούσαν εντελώς αυθόρμητα, σύμφωνα με τη φύση και σύμφωνα με τον κύκλο των εποχών. Γι’ αυτούς η Πρωτοχρονιά ήταν την άνοιξη. Όταν η φύση αναγεννάται και όλα ανθίζουν. Όταν δηλαδή εντόπιζαν τη γονιμότητα και τις νέες γεννήσεις αλλά, το πιο σημαντικό, τη γέννηση του φωτός, τον ερχομό του ήλιου και το τέλος του χειμώνα και των βροχών. Βέβαια αυτή την Πρωτοχρονιά την τοποθετούσαν κάπου στον Μάρτιο αν μπορούμε να υπολογίσουμε σωστά.

Στους αρχαίους Βαβυλώνιους έχουμε καταγραφή του φεστιβάλ της Πρωτοχρονιάς (Akitu), περίπου 4000 χρόνια πριν!  Αυτοί ήταν πολύ ακριβείς γιατί ήταν και οι πρώτοι αστρονόμοι. Έτσι, την τοποθετούσαν την εαρινή ισημερία. Και οι Αιγύπτιοι το ίδιο.

Στον δυτικό κόσμο, το ρωμαϊκό ημερολόγιο επίσης τοποθετούσε την Πρωτοχρονιά την άνοιξη, και συγκεκριμένα τον Μάρτιο.

Στον παγανιστικό δυτικό κόσμο η Πρωτομαγιά ήταν μέρα εορτασμών για τη γονιμότητας της φύσης, ενώ στα χρόνια του Μεσαίωνα ήταν συνδεδεμένη με τη μαγεία και τις μάγισσες. Γνωστή είναι η
Βαλπουργία Νύχτα, η νύχτα των μαγισσών που γιορτάζεται στις 30 Απριλίου, και συμπίπτει με την ονομαστική εορτή της Αγίας Βαλπούργης που βοήθησε στον εκχριστιανισμό των γερμανικών φύλων. Στις μέρες μας, οι παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις με τα στεφάνια, τις νεράιδες και τις μάγισσες, συνοδεύουν τις θρησκευτικές.

Σύμφωνα με τους θρύλους, τη νύχτα της Πρωτομαγιάς το πέπλο μεταξύ των κόσμων είναι λεπτό και διαπερατό, και οι άνθρωποι μπορούν να δουν νεράιδες και ψυχές.

Την Πρωτομαγιά (Beltane) στην Ευρώπη οι εορτασμοί μοιάζουν πολύ με εκείνους του Halloween (Samhain). Σε κάποια μέρη μεταμφιέζονται και ανάβουν μεγάλες φωτιές (bonfires). Μεταμφιέζονται για να μην τους γνωρίζουν τα πονηρά όντα που έρχονται στον κόσμο μας, και ανάβουν φωτιές για να βλέπουν και να μην χάνουν τον δρόμο τους τα αγαθά.

Αγγλικό τραγούδι της Πρωτομαγιάς “Hal An Tow”:
To welcome in the May-o
Summer is a comin’ in,
And Winter’s gone away-o
Invite us to the Fair-o
We’ve come to their merry wood
To see the faeries there-o

Ο αετός

[Παραμονές Καθαράς Δευτέρας]


Ο μπαμπάς έπρεπε να βρει τις καλύτερες καλαμιές. Μακριές και όχι πολύ γεμάτες, σχεδόν ξερές, ώστε να μην είναι βαριές. Όσο γινόταν πιο ίσιες, χωρίς ατέλειες. Ο χαρταετός έπρεπε να είναι οπωσδήποτε ο μεγαλύτερος και ο πιο δυνατός! Ήταν ζήτημα τιμής.


Η μαμά διάλεγε το ρυζόχαρτο για το κυρίως σώμα. Χρωματιστό, πανάλαφρο, μπόλικο, να έχουμε και για τις τρύπες μπαλώματα αν χρειαζόταν. Τα αδέρφια μου, τον σπάγκο, την κόλλα, τα εργαλεία. 

Αφού ο μπαμπάς έφτιαχνε με τ’ αγόρια τον σκελετό -τρία καλάμια, μαστορικά σκαλισμένα, με εγκοπές, δεμένα με σπάγκο, να σχηματίζουν ένα τέλειο, γερό κι ακούνητο εξάγωνο- κολλούσαν με τη μαμά το χαρτί.

Κι έπειτα, η στιγμή που περίμενα καρτερικά, η δουλειά που με αφορούσε: το πλέξιμο της ουράς!
Η ουρά έπρεπε να είναι πάρα πολύ μακριά, γερή, όμορφη, αυτή που θα σήμαινε ότι, για μια ακόμη χρονιά, θα είμαστε γεροί και δυνατοί. Εκατοντάδες λωρίδες χρωματιστού χαρτιού στριμμένες και πλεγμένες στον σπάγκο. Πολλές φορές μάς έπαιρνε και μια εβδομάδα να την ολοκληρώσουμε, αναλόγως πόσο δουλεύαμε. Θυμάμαι ακόμα, έχω καθαρά στ’ αυτιά μου, τον θόρυβο που έκαναν οι λωρίδες χαρτιού όταν μετακινούσαμε την ουρά. Κάτι σαν συνεχές κύμα πάνω στα βότσαλα, ή φύσημα του αέρα μέσα από πυκνές φυλλωσιές. Πόσο παράξενο να θυμόμαστε τόσο καθαρά ήχους και μυρωδιές ύστερα από τριάντα περίπου χρόνια…

[Καθαρά Δευτέρα]


Ο μπαμπάς, πριν την αναχώρησή μας για το βουνό, έπρεπε να εξετάσει με σχολαστικότητα ιατροδικαστή, τον χαρταετό μας. Κάποιο στραβό ένωμα, κάποιο λάθος δέσιμο, κάποιο σχίσιμο στο χαρτί, την τελειότητα της ουράς.
Πόσο, θυμάμαι, αδημονούσα να δω την ουρά να υψώνεται και να λικνίζεται σαν ουρά δράκου στον ουρανό!

Μαζί με τ’ αγόρια, τρέχοντας, τον σήκωναν στον αέρα, και τότε! Και τότε ξεκινούσε η περιπέτεια! Ο αετός υψωνόταν εκπληκτικά γρήγορα αν βοηθούσε και ο καιρός, ξεπερνώντας με εντυπωσιακή ταχύτητα όλους τους υπόλοιπους. Πολλές φορές τον κρατούσαν και οι τρεις, ο πατέρας με τ’ αδέρφια μου, φορώντας γάντια για να μην καίγονται τα χέρια τους. Θυμάμαι την άγρια χαρά στα μάτια τους και το γαργαριστό γέλιο του μπαμπά μου όταν ήξερε ότι είναι και πάλι πρώτοι.

Ο χαρταετός χανόταν απ’ τα μάτια μας. Πετούσε τόσο ψηλά, που έδεναν και δεύτερο και τρίτο τόπι σπάγκου πολλές φορές. Ώσπου, βλέπαμε μόνο τον σπάγκο. Μια λεπτή χορδή να βυθίζεται στα ύψη. Ο χαρταετός γινόταν φάντασμα μα ξέραμε ότι ήταν εκεί, η δύναμή του αντιστέκόταν σε έξι δυνατά επίγεια χέρια.

Κι αφού χορταίναμε νίκη και άγρια χαρά, αφού κατέβαιναν όλοι οι χαρταετοί της περιοχής και οι φίλοι μαζεύονταν γύρω μας, ξέραμε ότι είχαμε κερδίσει. Όμως η νίκη ήταν ολονών. Όλοι μαζί, ξεκινούσαμε τον αγώνα να τον κατεβάσουμε. Και δώσ’ του τράβηγμα με τα γάντια και αγκομαχητό και ζόρι, και ενθαρρυντικές κραυγές. Ήθελε τεράστια δύναμη. Πολλές φορές ο ήλιος έδυε, κι ακόμα τραβούσαμε. Κατέβαινε σαν βασιλιάς από μακρινό ταξίδι. Ταλαίπωρος, κουρασμένος, δοξασμένος, κουβαλώντας λίγο ουρανό και για μας.

Άλλες φορές δεν καταφέρναμε να τον κατεβάσουμε, ο σπάγκος κοβόταν κι ο χαρταετός διάλεγε τα ουράνια. Δεν τον αδικούσα.

Ο αετός οδηγούσε τα πνεύματα όλων στον ουρανό. Προέκταση των ψυχών, της έμφυτης λαχτάρας του ανθρώπου να πετάξει, μας ταξίδευε ψηλά. Μπορούσαμε ν’ αγγίξουμε κι εμείς τα σύννεφα, να φτάσουμε εκεί όπου η πραγματικότητα ενώνεται με τα όνειρα. Εκεί όπου δεν υπάρχει χρόνος. Εκεί όπου είμαστε όλοι μαζί, ξανά, χαρούμενοι. Ψηλά.

Tα Φώτα, το Δέντρο και οι Καλικάντζαροι | Ευλαμπία Τσιρέλη

Ένα παραμύθι, έντεχνη απόδοση του μύθου των καλικαντζάρων. Με δραστηριότητα για τα παιδιά. Ακολουθεί και βίντεο


Το βιβλίο διατίθεται δωρεάν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε εμπορική εκμετάλλευση του παρόντος έργου, καθώς και κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του δημιουργού. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.
copyright © 2020 Ευλαμπία Τσιρέλη
evlampiatsireli.com
all rights reserved

Ο Τόλκιν, το Φως και τα Δέντρα

Ο Τζων Ρόλαντ Ρούελ Τόλκιν ήταν εξέχων και διαπρεπής Άγγλος φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής και ακαδημαϊκός. Είναι περισσότερο γνωστός για το έργο του Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών και όλη τη μυθολογία της Μέσης Γης. Είναι γνωστός ως ο «Πατέρας» της μοντέρνας φανταστικής λογοτεχνίας.

Στο παρόν άρθρο θα πληροφορηθείτε για μια πτυχή του έργου του πολύ σημαντική, που αναφέρεται στην αγάπη του για τα δέντρα, τι σήμαιναν γι’ αυτόν, και πώς η ιστορία του μίλησε για τη μεγαλύτερη πανανθρώπινη αποστολή: τη διαφύλαξη του Φωτός και τη μάχη κατά του Σκότους.

Ο Καθηγητής, τα βιβλία, και η λογοτεχνία του Φανταστικού

Γεννήθηκε στο Μπλουμφοντέιν της Νότιας Αφρικής στις 3 Ιανουαρίου 1892. Την πρώτη παιδική του ηλικία την πέρασε ευτυχισμένα στις εξοχές του Γουόργικσάιρ. Ζώντας μια πολυτάραχη ζωή ανάμεσα σε σπουδές και στον πόλεμο, κατάφερε να γίνει ένας αξιόλογος καθηγητής γλωσσολόγος της Αγγλο-σαξωνικής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Μια μέρα, ο καθηγητής, διορθώνοντας διαγωνίσματα, και χωρίς να το συνειδητοποιήσει, έγραψε σε μια λευκή κόλλα: “Σε μια τρύπα στο χώμα, ζούσε ένα Χόμπιτ”. Θέλοντας να εξηγήσει στον εαυτό του τι είναι ένα Χόμπιτ, άρχισε να γράφει μια ιστορία, που έμελλε να γίνει άμεσα κλασική.

Ο καθηγητής μας, όπως και άλλοι μεγάλοι λογοτέχνες του Φανταστικού, περιλαμβάνει αρχετυπικά μοτίβα της μυθολογίας, όπως ο ήρωας-μεσσίας, ο σοφός, η φωτιά, το φως και το σκοτάδι, το νερό, το δέντρο κ.ά., που εντέχνως χρησιμοποιεί, προσδίδοντας στο κείμενό του την ισχύ της διαχρονικότητας και πανανθρωπινότητας.

Η φαντασία για τον Τόλκιν δεν αποτελεί τρόπο απόδρασης από την πραγματικότητα, αλλά μια εμβάθυνση στο νόημα αυτής. Η δύναμη της φαντασίας είναι ένας τρόπος επικοινωνίας με έναν πρότερο, πρωτόγονο και άμεσο τρόπο, με τα υπόλοιπα ζωντανά πλάσματα. Ένας τρόπος ανάκτησης της γνώσης του εαυτού μας και του κόσμου γύρω μας.

Ευλαμπία Τσιρέλη, Δέντρα και Δάση της Μέσης Γης. Μυθολογία, Συμβολισμός, Αναφορικότητα, 2018. Tο βιβλίο προλογίζει ο βιογράφος του J.R.R.Tolkien, Colin Duriez. Πρόκειται για τη μοναδική αμιγώς ελληνική μελέτη στο έργο του Καθηγητή. [Στο εξώφυλλο, το Λευκό Δέντρο της Γκόντορ.]

Τα δέντρα και το φως

Ο Τζ.Ρ.Ρ. Τόλκιν ήταν, αναμφισβήτητα, ένας λάτρης των δέντρων. Η αγάπη του και ο σεβασμός του προς αυτά ήταν μεγάλος. Η οπτική του γι’ αυτά είναι διαφορετική από κάθε τι άλλο έχουμε δει. Δημιούργησε ζωντανά πνεύματα-δέντρα, προσωποποιώντας τέλεια τη φύση.

Όμως, φαίνεται ότι διέθετε και βαθιά γνώση. Γνώση των δέντρων στη μυθολογία, στη βοτανολογία, αλλά και επίγνωση της σημασίας τους στη ζωή μας γενικότερα. Από τον καιρό που ήταν παιδί, έπαιζε κάθε μέρα ανάμεσα στα δέντρα στην εξοχή του Sarehole (Σέρχολ) και του Warwickshire (Γουόρικσιρ). Η μητέρα του τού είχε μάθει τις χρήσεις και ιδιότητες των βοτάνων. Του άρεσε να ζωγραφίζει δέντρα, αλλά και να βρίσκεται κοντά τους. Να σκαρφαλώνει πάνω τους και να ξεκουράζεται στις ρίζες τους. Ένα περιστατικό σημάδεψε για πάντα τη ζωή του. Αγαπούσε μια γέρικη ιτιά. Μια μέρα κάποιος την έκοψε και άφησε το κούτσουρο της πεταμένο να σαπίζει. Αυτό ο Τόλκιν δεν το ξέχασε ποτέ.

Το δέντρο είναι ένα αρχετυπικό σύμβολο που ενσαρκώνει αρετές και ιδιότητες οι οποίες εξυμνήθηκαν στην αρχαία γραμματεία και εικονογραφία, και ο Καθηγητής το χρησιμοποιεί κατά κόρον ώστε να δομήσει τον κόσμο του. Η πηγή και αρχή όλων, εντοπίζεται στη χώρα της Άρντα, όπου ο Καθηγητής βάζει τη θεά Γιαβάννα, τη δότρια των καρπών και μια από τις επτά βασίλισσες των Βάλαρ, να δημιουργεί με το τραγούδι της δύο θαυμαστά δέντρα, Τελπέριον και Λάουρελιν. Ολόκληρος ο κόσμος του Καθηγητή ξεκινά με τη δημιουργία δέντρων δηλαδή. Δυστυχώς, όμως, καταστρέφονται και χάνεται το φως του κόσμου μαζί με τον θάνατό τους. Ένα φυντανάκι όμως επιζεί, διατηρώντας μέσα του την ελπίδα ότι κάποτε θα επιστρέψει η δόξα της μεγάλης εποχής.

Με τον πίνακα του Σπύρου Γελέκα, “Τελπέριον και Λάουρελιν|.

Το Λευκό Δέντρο της Γκόντορ είναι σύμβολο μεγαλοπρέπειας και δύναμης των βασιλέων. Όταν ο Άραγκορν γίνεται βασιλιάς στο τρίτο μέρος του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ανακαλύπτει με τη βοήθεια του Γκάνταλφ ένα δεντρύλλιο του Λευκού Δέντρου της Γκόντορ, σύμβολο νίκης και φωτός. Το φως επανέρχεται μέσω του δέντρου της Γκόντορ στον κόσμο. Ο Άραγκορν Ελέσσαρ εγγυάται για μια νέα εποχή επικυρώνοντας την υπόσχεση με το Λευκό Δέντρο της Γκόντορ που διασώζει τη δόξα του Φωτεινού Βάλινορ, του παλαιού μακάριου τόπου.

Πρόκειται στην ουσία για άλλη μια ιστορία διαφύλαξης και νίκης του φωτός κατά του σκότους. Ο Τόλκιν, δημιούργησε ένα νέο μυθολογικό είδος, μια νέα πανανθρώπινη έκφραση της φύσης που στέκεται απόλυτα ισάξια δίπλα στις φωτεινότερες συλλήψεις της παγκόσμιας μυθολογίας.

Για περισσότερα, δείτε και: Ευλαμπία Τσιρέλη, «Δέντρα και Δάση της Μέσης γης. Μυθολογία, Συμβολισμός, Αναφορικότητα», εκδόσεις iWrite, Θεσσαλονίκη 2018.


Ευλαμπία Τσιρέλη

Εκπαιδευτικός, Θεολόγος

MA Theology |Yπ. Ph.D. Α.Π.Θ.

καθηγήτρια δημιουργικής γραφής, συγγραφέας

Tο άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Will o’ Wisps.

Για τη βιογραφία του Καθηγητή βλ. Colin Duriez, J.R.R.Tolkien. The making of a Legend.

Θάνατος. Τέλος ή αρχή;

Μια ανείπωτη χαρά και ενθουσιασμό ζήσαμε σε παγκόσμιο επίπεδο με την αλλαγή του χρόνου. Μια ελπίδα ότι ξημερώνει κάτι νέο και διαφορετικό, ότι κάθε τι παλιό και σκοτεινό μάς έχει αφήσει πια και βρίσκεται σε ένα άλλο σύμπαν.

Ο άνθρωπος έχει την τάση να υιοθετεί πεποιθήσεις και να τις τρέπει σε πραγματικότητες. Η καταπληκτική ικανότητα να πιστεύουμε κάτι που οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει είναι αξιοθαύμαστη. Και το εντυπωσιακό είναι πως λειτουργεί και μετουσιώνεται σε γεγονός.

Πραγματικά πιστεύουμε ότι έρχεται κάτι νέο, ένας νέος χρόνος, κάτι εντελώς καινούργιο και καλύτερο. Ενώ στην ουσία το μόνο που αλλάζει είναι η ώρα από 00.00 σε 00.01 όπως κάθε μέρα, και φυσικά η ολοκλήρωση μιας πλήρους περιστροφής του πλανήτη μας γύρω από τον ήλιο. Κι όμως πιστεύουμε πως ο χρόνος παγώνει και ξαναξεκινά, ότι με έναν μαγικό τρόπο μπορούμε να τον ελέγξουμε. Ότι μπορούμε να ελέγξουμε το τέλος και την αρχή του χρόνου.

Πού οφείλεται στ’ αλήθεια αυτή η πεποίθηση και βεβαιότητα ότι έχουμε περάσει σε κάτι πραγματικά καινούργιο και διαφορετικό;

Έχει τις ρίζες της στην ελπίδα, στο φυσικό ένστικτο της επιβίωσης. Οι αλλαγές, οι εορτές, οι περίοδοι οι κύκλοι, οι διακοπές, οι παύσεις και οι εγρηγόρσεις μέσα στο έτος επιδρούν όλες στην ανθρώπινη ψυχολογία. Χρειαζόμαστε διαλείμματα, αλλαγές, ανανεώσεις, διαβεβαιώσεις ότι η ζωή ανανεώνεται, η ελπίδα ανανεώνεται και ότι δεν ζούμε μια επανάληψη, ότι δεν βαδίζουμε έναν μονότονο δρόμο προς τον θάνατο.

Τα τέλη και οι ενάρξεις σηματοδοτούν νέες αρχές και ξεκινήματα. Ουσιαστικά πρόκειται για μικρές νίκες εναντίον του θανάτου.

Ξενυχτάμε τον νεκρό, δεν κοιμόμαστε εκείνη τη νύχτα γιατί ο ύπνος είναι ένας μικρός θάνατος και μαχόμαστε εναντίον του. Ανάβουμε τα φώτα να φωτίσουμε την ψυχή να βρει τον δρόμο της και να περάσει ομαλά στον άλλον κόσμο.

Τα Χριστούγεννα ανάβουμε όσο πιο πολλά φώτα και λαμπιόνια μπορούμε, να διώξουμε το σκοτάδι του χειμώνα. Ο Χριστός με τη γέννησή του φέρει το φως, το άστρο στον ουρανό οδηγεί τους μάγους. Την Πρωτοχρονιά στο σκοτάδι της νύχτας αποχαιρετούμε τον παλιό χρόνο και γεμίζουμε με φως, με βεγγαλικά τον ουρανό το νέου έτους. Τα Φώτα αγιάζεται ο τόπος και τα νερά, φεύγουν οι καλικάντζαροι πίσω στο σκοτάδι της γης.

Στη γιορτή των Αγίων Πάντων, το παραδοσιακό δυτικό Χάλογουϊν και αρχαίο Σόουιν των Κελτών, ανάβουν μεγάλες υπαίθριες φωτιές ή φαναράκια για να φωτίσουν τη νύχτα και να καθοδηγήσουν τις ψυχές των νεκρών ή να αποτρέψουν την είσοδο κακών πνευμάτων στον κόσμο μας. Το ίδιο και την Πρωτομαγιά, το Μπελτέιν, η νύχτα γίνεται μέρα με τεράστιες φωτιές. Το ίδιο και στα δικά μας έθιμα του Αη Γιαννιού, την Πρωτοχρονιά και τις Απόκριες.

Όλα μικρές νίκες κατά του σκοταδιού που συμβολίζει το άγνωστο και το τέλος της ζωής, τον θάνατο.

Ακούστε το σχετικό Podcast Giati Oxi

| Ο Θάνατος στην Ανθρώπινη Σκέψη Διαχρονικά| Ευλαμπία Τσιρέλη στη Δέσποινα Κανάκογλου.

Η μεγαλύτερη νίκη κατά του φόβου, του τρόμου, του μουδιάσματος του θανάτου, είναι η πεποίθηση πως δεν είναι το τέλος. Πως υπάρχει κάτι πέρα από αυτό, πως διατηρείται η ύπαρξη -αν όχι με τη μορφή που είναι ως ζωντανή- τουλάχιστον με μια διαφορετική μορφή και υπόσταση σε ένα άλλο υπερβατικό πεδίο.

Όλες οι θρησκείες έχουν βασίσει την κοσμοθεωρία τους στη νίκη κατά του θανάτου με την πίστη πως ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Ανάσταση, μετενσάρκωση, μετουσίωση, νιρβάνα, ακόμα και οι αρχαίες ανιμιστικές πεποιθήσεις υιοθέτησαν την ένωση με τη φύση, με τον ποταμό, τον άνεμο, τη συνέχιση στον κόσμο των πνευμάτων με την κατοίκηση της ψυχής στο νερό, στο δέντρο, στο βουνό.  

Ταφικές πρακτικές από την αρχαιότητα -με πιο διάσημες τις μούμιες των Αιγυπτίων- μέχρι σήμερα δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν ώστε να μας πουν ακριβώς αυτό:

Πώς ήρθε το τέλος μα ήρθε συγχρόνως και μια αρχή για την οποία ο νεκρός πρέπει να είναι έτοιμος.

Αλλά και οι πιο ορθολογιστές που είναι πεπεισμένοι και σίγουροι πως η ύπαρξη σταματά τη στιγμή του θανάτου, δέχονται ακούσια μια πιθανότητα συνέχισης της ύπαρξης ακόμα και μέσα από την ανάμνηση των αγαπημένων τους και την επιβίωση μέσω των απογόνων τους και των γονιδίων τους.

Διότι κανένας άνθρωπος δεν δύναται να συλλάβει την κενότητα του ΤΕΛΟΥΣ. Είναι ενάντια στη φύση μας. Και ίσως να είναι τόσο ενάντια επειδή ακριβώς δεν υπάρχει τέλος. Δεν δύναται να υπάρξει τέλος πουθενά στη φύση χωρίς μια ταυτόχρονη αρχή. Ένας τερματισμός χωρίς μια εκκίνηση σε ένα άλλο πεδίο, επίπεδο, τρόπο. Το τέλος είναι αφύσικο.

Ακούστε το σχετικό Podcast Giati Oxi |

Ο Θάνατος στην Ανθρώπινη Σκέψη Διαχρονικά| Ευλαμπία Τσιρέλη στη Δέσποινα Κανάκογλου.

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στον συγγραφέα, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευσηΣε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

E.A.Poe – Άγνωστες πτυχές της ζωής και του θανάτου του

Σήμερα είναι η επέτειος θανάτου του E.A. Poe (19 Ιανουαρίου 1809 – 7 Οκτωβρίου 1849.)  Ο Poe μάς άφησε εξαιρετικά σκοτεινά ποιήματα με ένα είδος δικής του ιδιάζουσας τρυφερότητας και ρομαντισμού. Επίσης, διηγήματα μυστηρίου, γοτθικά, ρομαντικού τρόμου, σκοτεινής φαντασίας, μακάβριου και αλλόκοτου, όλα πύλες προς τον ψυχισμό αυτού του ιδιαίτερου ανθρώπου και συγγραφέα.

Ο Poe πολλαπλασίασε εκείνη την ικανότητα του ποιητή να βρίσκει την ομορφιά του κόσμου στα πιο απίθανα μέρη. Εντόπισε την ομορφιά στα κλειστά βλέφαρα και στο πελιδνό δέρμα των νεκρών, στα γυμνά δέντρα και στα δυσοίωνα σπίτια. Στην άγονη γη, στη μοναξιά και στην τσακισμένη καρδιά.

Ξέρατε όμως ότι:

✔ …το 1848, ο Poe έδωσε μια διάλεξη με τίτλο “On the Cosmography of the Universe” σε ένα πλήθος 60 ακροατών; Αυτή η διάλεξη αποτέλεσε τη βάση για το “Eureka: A Prose Poem”, ένα σκοτεινό μικρό αριστούργημα που εκδόθηκε αρχικά σε μόλις 50 αντίγραφα.

✔ …ως παράδειγμα για το πώς λειτουργούσε το μυαλό του, ο Poe περιγράφει σε δοκίμιο του ότι το πουλί που υπήρχε αρχικά στη θλιβερή σκηνή που αθανατοποιήθηκε στο ποίημα ήταν στην πραγματικότητα… παπαγάλος; Εξ ου και η επανάληψη της λέξης “nevermore”. Ωστόσο, λόγω του σκοτεινού ύφους του ποιήματος, ο Poe έκανε προσαρμογές στο φτέρωμά του, μετασχηματίζοντας συνολικά τον παπαγάλο και προσδίδοντάς του τη μαύρη “ενδυμασία” του κορακιού.

✔ …κανείς δεν ξέρει με σιγουριά πώς πέθανε; Ο κατάλογος των πιθανών αιτιών συνεχίζεται, συμπεριλαμβανομένων διαφόρων παθήσεων όπως η λύσσα, ο όγκος στον εγκέφαλο, η γρίπη, ο αλκοολισμός, η δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα και η φρενίτιδα.

Χόμπιτ του J.R.R. Tolkien -21 Σεπτεμβρίου επέτειος έκδοσης

Σαν σήμερα, στις 21 Σεπτεμβρίου, το 1937, εκδόθηκε η αρχή του έργου του αγαπημένου μας Καθηγητή, το «Χόμπιτ».

Βιογραφικά στοιχεία και χρονικό της έκδοσης

Ο Τζον Ρόλαντ Ρούελ Τόλκιν (3 Ιανουαρίου 1892 – 2 Σεπτεμβρίου 1973)  ήταν συγγραφέας, γλωσσολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λιντς και της Οξφόρδης, λεξικογράφος για το Oxford English Dictionary, και μεταφραστής βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης.

Νωρίς έχασε τον πατέρα του. Την πρώτη παιδική του ηλικία της έζησε στις εξοχές του Γουόρικσάιρ, όπου γνώρισε και αγάπησε τη φύση χάρη στη μητέρα του η οποία του έμαθε τα πάντα για τα βότανα και τα δέντρα. Το μόνο που δεν αγαπούσε πολύ, ήταν οι αράχνες. Είχε ιδιαίτερη αδυναμία στα δέντρα και ένα περιστατικό με το κόψιμο ενός γέρικου δέντρου τον σημάδεψε για πάντα.  (για περισσότερα βλ. Δέντρα  και Δάση της Μέσης Γης, Μυθολογία, Συμβολισμός, Αναφορικότητα, Ευλαμπία Τσιρέλη)

Όταν αυτός και τα αδέρφια του έχασαν και την πολυαγαπημένη τους μητέρα, την κηδεμονία τους ανέλαβε ο Καθολικός ιερέας και οικογενειακός φίλος,  Φράνσις Μόργκαν. Μαζί του ο Τόλκιν ήρθε σε επαφή με τη Βίβλο την οποία γνώριζε σύντομα πολύ καλά. Αργότερα, η στενή του φιλία με τον Κλάιβ Στέιπλ Λιούις θα τον οδηγήσει σε όμορφες σχετικές συζητήσεις.

Όταν στην εφηβεία άφησε την εξοχή και μετέβη στο βιομηχανικό κέντρο της πόλης, η εμπειρία τον σημάδεψε ανεξίτηλα. Η μετάβαση αυτή σχεδόν τον σόκαρε, κάτι που είναι  προφανές σε όλο το μετέπειτα συγγραφικό του έργο.

Διέπρεψε στις γλώσσες. Διδάχθηκε Λατινικά, Ελληνικά, Αγγλο-σαξωνικά, Μέσα Αγγλικά, αλλά και τις γλώσσες της Γραφής. Σπούδασε στο κολλέγιο Έξετερ της Οξφόρδης, όπου μελέτησε τους κλασσικούς, Παλαιά Αγγλικά, τευτονικές γλώσσες, Ουαλικά και Φινλανδικά. Εκεί έκανε και τις πρώτες του απόπειρες να δημιουργήσει δικές του γλώσσες, που στέφθηκαν με μεγάλη επιτυχία αφού είχε ένα αξιοθαύμαστο φυσικό ταλέντο.

Μια μελανή περίοδος της ζωής του ξεκίνησε όταν κατατάχθηκε στον στρατό, στους Τυφεκιοφόρους του Λάνκασιρ. Λίγο πριν φύγει για τα μέτωπα της Γαλλίας, παντρεύτηκε τη μοναδική αγάπη της ζωής του και παντοτινή μούσα του, Ήντιθ Μπρατ. Στη Μάχη του Σωμ σχεδόν όλοι οι φίλοι του σκοτώθηκαν. Στα χαρακώματα έχει ήδη ξεκινήσει τη δημιουργία της Μέση Γης, γράφοντας ένα μικρό διήγημα με τίτλο «Η Πτώση της Γκόντολιν».

Μετά τον στρατό προσλήφθηκε ως λεξικογράφος για το Oxford English Dictionary. Παράλληλα, άρχισε να δουλεύει σοβαρά πάνω στη δημιουργία των γλωσσών που είχε φανταστεί ότι μιλούσαν τα Ξωτικά και τις οποίες βάσισε στα Φινλανδικά και τα Ουαλικά.  Το 1920 διορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λιντς ενώ, πέντε χρόνια αργότερα, το 1925 πήρε τη θέση του διδάκτορα Αγγλο-σαξωνικής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Παρέμεινε εκεί για 30 χρόνια, μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1955. Στην Οξφόρδη ανέπτυξε με τον C. S. Lewis μια ισχυρή φιλία. Μελέτησαν και έγραψαν μαζί, συζήτησαν για ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί (βλ. Tolkien and C.S. Lewis: The Gift of Friendship, by Colin Duriez).

Εκείνη την περίοδο όμως συνέβη ίσως το πιο καθοριστικό γεγονός της ζωής του. Διορθώνοντας διαγωνίσματα, χωρίς να το συνειδητοποιήσει, έγραψε σε ένα κομμάτι χαρτί: «Σε μια τρύπα στο έδαφος ζούσε ένας Χόμπιτ». Δεν έγραψε τίποτα περισσότερο εκείνη τη στιγμή. Αργότερα, θέλοντας να εξηγήσει στον εαυτό του τι είναι ένας Χόμπιτ, ξεκίνησε να γράφει μια ιστορία. Αρχικά την είπε σαν παραμύθι στα παιδιά του, μετά τη διάβασε στους φίλους του.

Μια οικογενειακή φίλη, η Ελέιν Γκρίφιθς, διάβασε επίσης την ιστορία. Όταν αργότερα έπιασε δουλειά στον εκδοτικό οίκο George Allen & Unwin, αποκάλυψε την ύπαρξη της ιστορίας στη Σούζαν Ντάγκναλ, η οποία στα τέλη του 1936 ζήτησε από τον Τόλκιν να διαβάσει το ημιτελές χειρόγραφο. Αυτός δέχτηκε και της το έδωσε. Έτσι, εντυπωσιασμένη, του πρότεινε να το ολοκληρώσει. Όταν ο Τόλκιν το ολοκλήρωσε, εκείνη παρουσίασε το βιβλίο στον εκδότη Stanley Unwin, ο οποίος ζήτησε από τον 10χρονο γιο του, Ράινερ, να γράψει μια κριτική. Ο Ράινερ έγραψε μια τόσο ενθουσιώδη κριτική για το βιβλίο, ώστε τελικά αποφασίστηκε η δημοσίευση του «Χόμπιτ» από τους Allen & Unwin.

Το βιβλίο εκδόθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1937. Ήταν εικονογραφημένο, με πολλά ασπρόμαυρα σχέδια από τον ίδιο τον Τόλκιν. Η αρχική εκτύπωση βγήκε σε 1.500 αντίγραφα που ξεπουλήθηκαν μέχρι το Δεκέμβριο με διθυραμβικές κριτικές. Ο εκδοτικός οίκος Houghton Mifflin στη Βοστόνη και τη Νέα Υόρκη ετοίμασε την αμερικανική έκδοση που εκδόθηκε στις αρχές του 1938. Η επιτυχία του «Χόμπιτ» φυσικά έκανε τους εκδότες να ζητήσουν από τον Καθηγητή μια συνέχεια.

Ξεκινώντας λοιπόν τη συγγραφή του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» και τον εμπλουτισμό της Μέσης Γης αναφορά στην οποία είχε γίνει ήδη φυσικά στο «Χόμπιτ», άρχισε να αναθεωρεί σημαντικά το σημείο της ιστορίας του «Χόμπιτ» που είχε να κάνει με τον Μπίλμπο και το Γκόλουμ προκειμένου να συνδυάζεται καλύτερα με τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Η συγγραφή του «Άρχοντα» διήρκεσε σχεδόν 17 χρόνια. Τελικά εκδόθηκε τμηματικά, σε τρεις τόμους, το 1954 και το 1955.  Έτσι ο Τόλκιν ξεκίνησε να αξιοποιεί πολλά κομμάτια του κόσμου του και να συνθέτει το «Σιλμαρίλλιον» που είναι στην ουσία η μυθολογία και κοσμογονία του.

Σήμερα, η πρώτη εκτύπωση της πρώτης αγγλικής έκδοσης του «Χόμπιτ» πωλείται πάνω 10.000 δολάρια, ενώ εκδόσεις που φέρουν την υπογραφή του συγγραφέα συνήθως πωλούνται πάνω από 100.000 δολάρια.

Υπάρχουν 50 τουλάχιστον αγγλόφωνες εκδόσεις του «Χόμπιτ», ωστόσο το κείμενο σε όλες μένει γενικά πιστό στην πρώτη έκδοση των Allen & Unwin, τον καιρό της πρώτης δημοσίευσης. Έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες.

Ο Τζ.Ρ.Ρ. Τόλκιν πέθανε σε ηλικία 81 ετών, στις 2 Σεπτεμβρίου 1973 (για βιογραφία βλ. J.R.R. Tolkien: The Making of a Legend, Colin Duriez. Ελληνική μετάφραση εκδ. Κέδρος). Αλλά αυτό δεν σήμανε και το τέλος της Μέσης Γης. Ο γιος του, Κρίστοφερ, συνέχισε το έργο του, συγκεντρώνοντας και ταξινομώντας τα κείμενα του πατέρα του. Εξέδωσε το «Σιλμαρίλλιον» το 1977.

Το βιβλίο

Το «Χόμπιτ» τοποθετείται χρονικά μεταξύ της εποχής των Μαγικών Πλασμάτων (faerie) και της Κυριαρχίας των Ανθρώπων, σε ένα κομβικό μεταίχμιο δηλαδή. Ενσαρκώνει όλα τα ιδανικά του συγγραφέα. Ένας συγγραφέας θα ήθελε να είναι ξωτικό ή πολεμιστής ή Άρχοντας, αλλά ο Τόλκιν μάλλον θα ήθελε να είναι Χόμπιτ. Αν ήμασταν όλοι Χόμπιτ στην ιδιοσυγκρασία, ο κόσμος θα ήταν καλύτερος.

Οι Χόμπιτ είναι «συγγενείς» με τους Ανθρώπους, για την ακρίβεια ένα «παρακλάδι» των ανθρώπων. Έχουν τις ίδιες ικανότητες, δυνατότητες και αδυναμίες με τους «Μεγάλους Ανθρώπους». Μιλούν καλά τις γλώσσες τους, αν και με το δικό τους τρόπο. Αδιαφορούν για εξουσία και πλούτη και απεχθάνονται κάθε είδος πολύπλοκης μηχανής. Είναι λάτρεις της βουκολικής και απλής ζωής και έχουν στενή σύνδεση με τη φύση. Μπορούν να «εξαφανίζονται» και να κινούνται αθόρυβα. Είναι ντροπαλοί και φιλήσυχοι, ωστόσο όταν καλούνται να υπερασπιστούν το δίκαιο ένα ξεχασμένο περιπετειώδες τους κομμάτι ξυπνάει. Αγαπούν ιδιαίτερα το καλό και άφθονο φαγητό, τις καλλιέργειες, την μπύρα και την κοινωνικοποίηση. Λατρεμένη τους συνήθεια είναι το κάπνισμα του πιπόχορτου. Οι Χόμπιτ του Σάιρ δίνουν δώρα την ημέρα των γενεθλίων τους αντί να λαμβάνουν και αυτό υποδηλώνει την τόσο δοτική τους φύση. Πολλές είναι οι προσωπικές προτιμήσεις και αγάπες του Καθηγητή στην ιδιοσυγκρασία του Χόμπιτ, η σύνδεση με τη ζωή του στην εξοχή και τη φιλήσυχη φύση του.

Συχνά λέγεται πως το «Χόμπιτ» είναι μια παραβολή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Τόλκιν δεν έχει δηλώσει ανοιχτά κάτι τέτοιο, όμως είναι σχεδόν απίθανο να μην επηρεάστηκε από τα βιώματά τος. Εξάλλου είναι γνωστός ο μηχανισμός της δημιουργίας που θέλει τον καλλιτέχνη να μετουσιώνει το σκοτάδι σε τέχνη.  Όπως και ο κεντρικός ήρωας, έτσι και ο Καθηγητής τότε είχε αφήσει την αγαπημένη του γυναίκα και το σπίτι του για να πολεμήσει σε φονικές μάχες και να αντιμετωπίσει τις βιομηχανικές «αράχνες» των φόβων του.

Όμως οι Χόμπιτ δεν είναι πάντα καλοί. Έχουν αδυναμίες και βρίσκονται πολύ κοντά στην ανθρώπινη φύση. Το Γκόλουμ, ένας αλλοιωμένος, σχεδόν μεταλλαγμένος Χόμπιτ αποτελεί το αρνητικό καθρέφτισμα του καλοκάγαθου και αγνού Χόμπιτ που γνωρίζουμε. Ο Τόλκιν τολμά να καταδείξει το σκοτάδι της ανθρώπινης υπόστασης που μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Το Γκόλουμ, που δεν έχει εαυτό, που έχει διχαστεί, που ονομάζεται «το», έχει δηλητηριαστεί από την απληστία, που δηλώνεται με το δαχτυλίδι. Η σκοτεινή πλευρά κάθε πλάσματος. Η απληστία παίζει κύριο ρόλο στο μυθιστόρημα και είναι η δύναμη που έλκει τους ήρωες προς το σκοτάδι της Μόρντορ.

Βασικό θέμα από την πρώτη μέρα δημιουργίας του σύμπαντος του Τόλκιν μέχρι το τέλος είναι η προαιώνια μάχη του φωτός με το σκότος, και ο αγώνας των ηρώων να διαφυλάξουν το φως, ερχόμενοι αντιμέτωποι όμως όχι μόνο με το γενικότερο σκοτάδι αλλά και με το σκοτάδι μέσα τους, όπου η σύγκρουση είναι και πιο σφοδρή.

Αναγνωστικό κοινό

Ξεκινώντας κανείς με το «Χόμπιτ» και προχωρώντας στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», μελετώντας παράλληλα το Σιλμαρίλλιον -όχι ως λογοτεχνία αλλά όπως θα μελετούσε κανείς μια μεγάλη μυθολογική δομή με τα όλα της-, κατανοεί το μεγαλείο αυτού του έργου και το πόσο επίκαιρο είναι σε κάθε εποχή, πόσο διαχρονικό και απολαυστικά διδακτικό.

Χόμπιτ για παιδιά από 13, Άρχοντας στα 16-17, Σιλμαρίλλιον μετά τα 18-20 θα έλεγα, σε πιο ώριμη ηλικία για να μπορεί το άτομο να κάνει και κάποιες αντιστοιχήσεις σε παγκόσμιες μυθολογίες και θρησκείες.

Διαβάστε: Δέντρα και Δάση της Μέσης Γης, Ευλαμπία Τσιρέλη.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Οι ευχές των Περσείδων

perseides-1-696x391-696x391Θυμάμαι την πρώτη φορά που τις είδα. 1993. Όταν καταγράφηκε ρεκόρ με περίπου 300 μετέωρα την ώρα. Δεν προλάβαινα να κάνω ευχές. Τότε έκανα όλες τις ευχές που μπορεί να κάνει άνθρωπος. Πολλές από αυτές πραγματοποιήθηκαν. Ήταν όμως κι άλλες που δεν ήξερα να κάνω, γιατί ήμουν παιδί κι έκανα μόνο παιδικές ευχές, όπως να γίνω συγγραφέας, να πάρω τηλεσκόπιο, να μάθω τα μυστικά των δέντρων, να τρώω όσα παγωτά θέλω το καλοκαίρι. Όλες πραγματοποιήθηκαν. Και ήταν οι πιο σημαντικές.
Είχαμε στρώσει στο μπαλκόνι και κοιτάζαμε εναλλάξ με ένα κιάλι. Κάπου κάπου με έπαιρνε ο ύπνος αλλά, θυμάμαι, πάλευα να ανοίξω τα μάτια ξανά και ξανά, ώσπου μπερδεύτηκε το όνειρο με την αλήθεια, μα δεν είχε και μεγάλη διαφορά. Έτσι θυμάμαι εκείνη τη νύχτα, σαν όνειρο μέσα σε όνειρο. Από τότε γεννήθηκε ο έρωτάς μου για τα όνειρα, τον ουρανό και το διάστημα.
“Όσο πιο συχνά κοιτάζουμε τον ουρανό, τόσο καλύτερος θα γίνεται ο κόσμος”. Ε.Τ.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

42η μέρα καραντίνας

tsirelievlampia-karantina-quarantine-writing-dystopia-reality-covid-coronavarious-diary-chronicle

Inventor of the Isolator: Hugo Gernsback

Τετάρτη, 22 Απριλίου, 2020

Ο άνθρωπος θα ‘πρεπε να είναι ικανός να σχεδιάζει μια εισβολή, να γράφει μια σονάτα, να σχεδιάζει ένα κτίριο, να κουμαντάρει ένα πλοίο, να κλείνει ένα ισοζύγιο, να αλλάζει ένα μωρό, να παίρνει και να δίνει διαταγές, να παλεύει, να πεθαίνει γενναία. Η εξειδίκευση είναι για τα έντομα. Ρόμπερτ Χενλάιν, 1907-1988, Αμερικανός συγγραφέας επιστ. φαντασίας

Πληκτρολογώντας τον τίτλο του σημερινού ημερολογίου καραντίνας, αρχικά στάθηκα λίγο να συνειδητοποιήσω το νούμερο ως εξωτερικός παρατηρητής. Πολλές οι μέρες. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε εγκλιματιστεί, και νομίζω πως λειτουργεί ένας εκπληκτικός αυτόματος μηχανισμός προσαρμογής στις συνθήκες που, προφανώς, μας προστατεύει από την τρέλα και τον αποσυντονισμό.

Η απώλεια του ελέγχου, η αδυναμία προγραμματισμού, το ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε τι θα συμβεί σε έναν μήνα ή δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά τι θα κάνουμε σε τρεις μήνες από τώρα, είναι ένα τεράστιο σοκ, ένας πλήρης αποσυντονισμός της μέχρι τώρα τακτοποιημένης μας ζωής. Αν το καλοσκεφτούμε όμως, πότε δεν ήμασταν σίγουροι για το τι θα συνέβαινε στη ζωή μας σε έναν μήνα. Συνηθίζαμε να κάνουμε σχέδια με τυφλή πρόβλεψη -ποιος ξέρει ποτέ πραγματικά αν είναι ζωντανός σε έναν μήνα; Αυτό λέγεται ελπίδα. Πορευόμαστε κάνοντας σχέδια και προγραμματισμούς ελπίζοντας πως θα είμαστε εδώ, ελπίζοντας πως θα είμαστε ζωντανοί, ελπίζοντας πως θα ξυπνήσουμε το επόμενο πρωί γεροί, ενεργοί. Και ήταν περισσότερο το σύστημα, το πλαίσιο που λειτουργούσε και μας διαβεβαίωνε πως θα συνεχίσει να λειτουργεί ώστε εμείς να προγραμματίσουμε τις διακοπές, ένα ταξίδι, μια επαγγελματική συνάντηση, έναν γάμο, μια αποφοίτηση. Το σύστημα τώρα δεν μπορεί να μας διαβεβαιώσει, δεν υπάρχει ο εξωσκελετός που συγκρατεί τα όργανα και άρα επέρχεται η αποδιοργάνωση. Δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να προγραμματίσουμε. Ή προγραμματίζουμε ελπίζοντας. Στην ουσία, βλέπετε, στον προσωπικό μας προγραμματισμό ο άξονας είναι ίδιος: η ελπίδα. Δεν έχει αλλάξει κάτι.

Μεγάλη δυσκολία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο προφίλ του πολυμήχανου ανθρώπου. Ποιος να το φανταζόταν πως η κοινωνία του 2020, η κοινωνία της εξειδίκευσης, θα ανατρεπόταν και ο καθένας μας ξαφνικά θα καλούνταν να θυμηθεί ή να αναπτύξει εξ αρχής δεξιότητες απαραίτητες για την καθημερινότητά του. Εδώ θυμήθηκα τα λόγια του Χενλάιν: “Ο άνθρωπος θα ‘πρεπε να είναι ικανός να σχεδιάζει μια εισβολή, να γράφει μια σονάτα, να σχεδιάζει ένα κτίριο, να κουμαντάρει ένα πλοίο, να κλείνει ένα ισοζύγιο, να αλλάζει ένα μωρό, να παίρνει και να δίνει διαταγές, να παλεύει, να πεθαίνει γενναία. Η εξειδίκευση είναι για τα έντομα.” Ο άνθρωπος, λέει, πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει λίγο απ’ όλα, να αυτοσυντηρηθεί, να αυτοεξυπηρετηθεί, να αναπτύξει δεξιότητες για έκτακτες καταστάσεις, να μπορεί να είναι σε θέση και σε ετοιμότητα να ζήσει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Και ίσως και λίγα παραπάνω. Πράγματα που κάνουν τη ζωή του πιο περιπετειώδη, που δεν είναι στην πρώτη γραμμή των απαραίτητων γνώσεων αλλά -αν τα γνωρίζεις- κάνεις τη ζωή σου πιο ενδιαφέρουσα. Ένα ταξίδι, έστω και εσωτερικό.

Αν κάτι θα μας μάθει ή μας έχει μάθει ήδη αυτός ο εγκλεισμός, είναι πως δεν είμαστε η δουλειά μας, πως δεν είμαστε τα παιδιά μας, πως δεν είμαστε οι πληρωτές λογαριασμών, πως δεν είμαστε μηχανές, δεν μας ορίζουν οι σύντροφοι, ούτε οι γείτονες, ούτε τα αφεντικά μας. Είμαστε μονάδες, άνθρωποι μεμονωμένοι, με προσωπικότητες, με προσωπικούς σκοπούς -ή τουλάχιστον θα ‘πρεπε- και πρέπει να φροντίσουμε ο καθένας μόνος του για τον εαυτό του. Βιώνουμε δηλαδή και συνειδητοποιούμε μια απεριόριστη προσωπική, εσωτερική ελευθερία για πρώτη φορά! Με λίγα λόγια, γνωρίζουμε τον εαυτό μας, τι είναι λάθος, τι σωστό, τι ουσιώδες και τι περιττό, τι μπορούμε να καταφέρουμε και πού μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι.

Ένα άλλο μεγάλο κέρδος -ή πρόκληση- της κατάστασης είναι ότι έχουμε μάθει να εκτιμούμε καλύτερα τον χρόνο. Ο χρόνος μας είναι πολύ περισσότερος από όσο νομίζουμε. Μια μέση ζωή χωρά πολλές γνώσεις, πολλές ικανότητες και πολλές ανακαλύψεις. Στη μέρα μας χωρούν πολλά πράγματα. Η βαθιά σκέψη και περισυλλογή, η ανάγνωση βιβλίων και άρθρων, η απόκτηση δυο-τριών νέων γνώσεων που παρατείνουν την ύπαρξή μας και πλαταίνουν την υπόστασή μας στο σύμπαν, ακόμα και η παρασκευή του φαγητού μας που είναι μια αρχέγονη και πολύ σημαντική διαδικασία. Οι διάλογοι επίσης που κάνουμε είναι πια διαφορετικοί -έχετε παρατηρήσει πόσο πιο ουσιαστικές συζητήσεις κάνετε με φίλους έστω και διαδικτυακά; Πόσο μεγάλη ανάγκη έχουμε όλοι τελικά την ανθρώπινη επαφή, την ανταλλαγή απόψεων; Ή πόσο πιο συχνά γελάμε ή επιδιώκουμε να γελάμε;

Οι μέρες που έρχονται, οι μέρες της απελευθέρωσης -όπως λέμε-, ίσως να είναι δυσκολότερες και πιο άγριες από την τωρινή, κατάσταση ασφαλείας στο σπίτι μας. Εκεί θα δοκιμαστούμε σε ανθρώπινες σχέσεις και αντοχές, ανθρωπιά, ικανότητες και ανατροπές. Όμως, αλήθεια, αν βγούμε από την κατάσταση αυτή πιο εξελιγμένοι, θωρακισμένοι νοητικά και συνειδητοποιημένοι υπαρκτικά; Αν αναπτύξουμε νέες δεξιότητες; Αν βγούμε τόσο μετ-αλλαγμένοι, μετ-άνθρωποι, με το βήμα στο επόμενο συνειδησιακό εξελικτικό επίπεδο; Μπορεί κι εμένα η κατάσταση να με έχει κάνει να το παρακάνω με τις ρομαντικές σκέψεις, όμως είναι κι αυτή η ελπίδα που λέγαμε…

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

28η μέρα καραντίνας

tsirelievlampia-karantina-quarantine-writing-dystopia-reality-covid-coronavarious-diary-chronicle

Inventor of the Isolator: Hugo Gernsback

Τετάρτη, 8 Απριλίου, 2020

Κοντεύει μήνας στην καραντίνα. Η ζωή μας κυλάει σε άλλους ρυθμούς. Λίγο πολύ, έχουμε όλοι προσαρμοστεί. Στην ερώτηση “τι κάνεις;”, οι άνθρωποι δεν απαντούν πια εκείνο το αυτόματο και μηχανικό “καλά”, αλλά αναλύουν πραγματικά τι κάνουν και πώς νιώθουν. Το θεωρώ πολύ θετικό αυτό. Μια βαθμίδα ανθρωπινότητας, ακόμα κι αν φαίνεται ότι έχουμε τελείως απανθρωπιστεί και αποκοινωνικοποιηθεί μέσα στα σπίτια μας.

Παράδοξο, αλλά θα έλεγε κανείς πως γίναμε πιο ανθρώπινοι. Φρενάραμε λίγο την ιλιγγιώδη ταχύτητα του ζην, εκείνη την αλλόκοτη τρέλα του να τα προλάβουμε όλα. Η ζωή μάς ανάγκασε να σταθούμε και να ρωτήσουμε τον άλλο αν πραγματικά είναι καλά. Να κοιτάξουμε τον κόσμο από το παράθυρο. Πόσες φορές πριν είχες σταθεί στο παράθυρο να παρατηρήσεις τη γειτονιά σου, τον γείτονα; Τα δέντρα και τα πουλιά; Τον ουρανό;

Ο παρατηρητής γίνεται σκεπτόμενος. Ο σκεπτόμενος, σοφαίνει. Ο σοφός, πράττει.

Δεν έχω να γράψω κάτι πολύ πρακτικό, δεν βγαίνουμε ιδιαίτερα από το σπίτι, ζούμε περισσότερο μέσα στο κεφάλι μας αυτόν τον καιρό κι όμως μου φαίνεται πολύ ουσιαστικό, για ένα διάστημα τουλάχιστον, να γίνεται αυτό. “Πόσες ζωές έχουμε ζήσει μέσα στο κεφάλι μας λίγο πριν κοιμηθούμε. Τότε, που σκεφτόμαστε όλα τα αν”, έχω γράψει σε ένα βιβλίο μου. Και, σίγουρα, τώρα είναι ο καιρός του αν. Ο καιρός που σκεφτόμαστε όλες τις εναλλακτικές της ζωής μας. Τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει. Τι θα γινόταν αν το είχαμε κάνει τελικά. Και, ίσως, κάποιοι μετά από αυτή την κατάσταση πάρουν πιο ώριμες αποφάσεις, διορθώσουν καταστάσεις, πάρουν το θάρρος να αλλάξουν κάτι που δεν επέλεξαν συνειδητά ή εκτιμήσουν τελικά την επιλογή που έκαναν.

Κι είναι και οι αναμνήσεις που έρχονται, αναμνήσεις που δεν ήξερες ότι έχεις μέσα στο κεφάλι σου ε; Και ξεπηδούν μία μία και ανακαλύπτεις τι θησαυρούς ή τι τέρατα έκρυβες εκεί μέσα. Και αλίμονο αν είναι 3 και 4 η ώρα το ξημέρωμα…

Ή αναμνήσεις από όνειρα, που μπερδεύονται με τις κανονικές. Δεν ξέρω αν σου συμβαίνει αυτό. Εγώ πάντα έβλεπα πολύ ζωντανά όνειρα κι έχω αναμνήσεις από αυτά. Συχνά, μάλιστα, μπέρδευα και μπερδεύω ακόμα αναμνήσεις ονείρων με αναμνήσεις της πραγματικής ζωής όταν πρόκειται για πολύ παλιά πράγματα. Στο βιβλίο που γράφω τώρα, λέω -μεταξύ άλλων- πως “σχεδόν ποτέ οι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας δεν είναι αληθινά ατόφιες. Πάντα είναι ενισχυμένες από το φαντασιακό μας, από τη συναισθηματική φόρτιση της στιγμής κατά την οποία ανακαλούμε την ανάμνηση, από την πρακτική ανάγκη ή την ψυχική ανάγκη ενδεχομένως που θέλουμε να καλύψουμε ανακαλώντας την”.

Θυμάμαι πολύ παλιά πράγματα με μεγάλη λεπτομέρεια τελευταία. Πράγματα που δεν ήξερα ότι υπήρχαν μέσα στο κεφάλι μου. Ότι ήταν, ας πούμε, ένα χειμωνιάτικο πρωί, τρίτη δημοτικού, όταν πήγα στο σχολείο με ένα κίτρινο κασκόλ της θειάς μου, πολύ όμορφο. Είδα την πλέξη, τα κροσάκια, μου ήρθε στη μύτη μου ακόμα και η μυρωδιά. Είχε ένα χρώμα κίτρινο, διακριτικό. Ήσυχο. Και ήταν πάρα πολύ απαλό όπως τύλιγε τον λαιμό μου, εκείνο το παγωμένο πρωί. Θυμήθηκα ακόμα και το σκοτάδι του πρωινού, πόσο δεν ήθελα να πάω στο σχολείο, εκείνο το αίσθημα του ζορίσματος να κάνεις κάτι που δεν θέλεις καθόλου – εξάλλου, ποτέ δεν μου άρεσε το πρωί, ούτε τώρα μου αρέσει, αγριεύομαι όταν πρέπει να ξυπνήσω τα χαράματα. Κι έπρεπε να το προσέχω σαν τα μάτια μου μην το χάσω ή το ξεχάσω, γιατί ήταν δανεικό κι η θειά μου τα πρόσεχε πολύ τα πράγματά της. Κι εγώ, για να μην το χαλάσω, στο διάλειμμα δεν το φορούσα και κρύωνα. Και πολύ άγχος το είχα μη μου το κλέψει κανείς και στο σχόλασμα μην το ξεχάσω εκεί όπου το είχα παραχώσει, κάτω από το θρανίο. Και μεγάλη ανακούφιση είχα όταν το επέστρεψα και, παρόλο που ήταν πολύ όμορφο και μυρωδάτο και απαλό, το άγχος που μου προκάλεσε με έκανε να μην θέλω να το ξαναφορέσω -αν και η θεία ήταν ξεκάθαρο πως είχε αναγκαστεί να μου το δώσει και δεν θα το ξανάκανε.

Ίσως το κασκόλ είναι η αγκαλιά, ίσως η ζεστασιά η ανθρώπινη, ίσως και ένα άγχος, μια εκκρεμότητα, ίσως να μην το έζησα ποτέ, ίσως να έφτιαξα αυτή την ανάμνηση για να καλύψω κάτι δυσάρεστο που είχε συμβεί εκείνη τη μέρα τότε ή ίσως να το είδα παλιά στο όνειρό μου -αν έγινε αυτό, οι λεπτομέρειες είναι καταπληκτικές και το μυαλό μας ακόμα πιο καταπληκτικό.

Κατά τα άλλα, τα εξωτερικά της πραγματικότητάς μας, εξακολουθούμε να κινούμαστε με αριθμούς, γάντια και μάσκες, με λίγο φόβο. Τα βράδια βλέπουμε με κάμερα τους φίλους μας, γινόμαστε ψηφιακές παρέες και πίνουμε μπυρίτσες και γελάμε. Στα μάτια μας έχουμε όλοι μια θλίψη. Όχι γιατί πιστεύουμε ότι θα πεθάνουμε ή ότι δεν θα ξαναβγούμε από το σπίτι, αλλά γιατί συνειδητοποιούμε πόσο σημαντικοί είμαστε εν τέλει ο ένας για τον άλλον. Και πόσο σημαντικές είναι οι πραγματικές αναμνήσεις, αυτές που σου δίνουν υπόσταση, που χτίζουν ζωή, που λένε την ιστορία σου.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.