Ζητούμε συγνώμη για το τεχνικό πρόβλημα

Η διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη ήταν η πιο σύντομη πια στην επικράτεια, μόλις δύο ώρες με το τρένο. Λίγο παραπάνω από μια πτήση. Ως το ασφαλέστερο μέσο μετακίνησης, η Μαρία, που φοβόταν τα ύψη, επέλεγε πάντα το τρένο για να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, για δύο λόγους: για να μη φοβάται και για να μην ξεχνάει.

Ήταν σαν να κυλά κανείς πάνω σε σύννεφα. Οι μαγνήτες του τρένου τού επέτρεπαν να αιωρείται πάνω από τις ράγες και να αναπτύσσει ταχύτητες εξωπραγματικές. Ο επιβάτης δεν μπορούσε να δει έξω από το παράθυρο, όλη η διαδρομή ήταν κλειστή μέσα σε ένα σκοτεινό τούνελ, και μονόδρομη. Καμία αμαξοστοιχία δεν συναντούσε την αντίθετη. Αντί για παράθυρα, υπήρχαν οθόνες που έδειχναν τοπία σε φυσιολογική ταχύτηταˑ δάση και λίμνες, πόλεις και χωριά, ποτάμια και βουνά χρωματισμένα από όλες τις εποχές. Ένα πραγματικό, κινηματογραφημένο τοπίο, ετεροχρονισμένο και ψηφιακό.


Λίγα λεπτά πριν τη Θεσσαλονίκη, οι οθόνες έδειχναν ένα μέρος που παλιά λεγόταν <<Τέμπη>>. Ψηλοί γκρίζοι βράχοι και κάτω ένα φαράγγι με ένα όμορφο ποτάμι γεμάτο πλατάνια. Οι οθόνες τρεμόπαιξαν και κόλλησαν στην ίδια εικόνα: ένας γεροπλάτανος, σχισμένος στα δύο. Το μισό δέντρο κειτόταν μαύρο στο έδαφος ενώ το άλλο μισό ήταν όρθιο και ζωντανό.


«Αγαπητοί επιβάτες, ζητούμε συγνώμη για το τεχνικό πρόβλημα στην ψηφιακή προβολή τοπίου», μια φωνή ενημέρωνε πως θα διορθωνόταν άμεσα. Η Μαρία ήξερε πως στο σημείο οι οθόνες πάντα εμφάνιζαν βλάβη και κολλούσαν στην ίδια εικόνα. Και τα ηλεκτρονικά του τρένου το ανάγκαζαν να επιβραδύνει. Εκατό χρόνια είχαν περάσει. Κάποιοι μιλούσαν για στοίχειωμα. Για το δέντρο που σταματούσε τα τρένα, από τότε που εκείνη η αμαξοστοιχία είχε πέσει επάνω του και είχε κάψει το μισό του σώμα. Όμως το άλλο μισό είχε κατεβάσει τα κλαδιά του να πιαστούν τα παιδιά. Τα νέα παιδιά που έβγαιναν μέσα απ’ τις φωτιές και τα χαλάσματα, να σωθούν από τη σύγκρουση.

Ευλαμπία Τσιρέλη

[Από τη συλλογή μικροδιηγημάτων ΦΩΣ και ΣΚΟΤΑΔΙ του Εργαστηρίου Συγγραφής Imaginarium, εκδόσεις Κύφαντα.]

Εικόνα: Δεντράκια που φυτεύτηκαν στον τόπο του δυστυχήματος, στη μνήμη των θυμάτων. Πηγή: thetoc.gr

Ο αετός

[Παραμονές Καθαράς Δευτέρας]


Ο μπαμπάς έπρεπε να βρει τις καλύτερες καλαμιές. Μακριές και όχι πολύ γεμάτες, σχεδόν ξερές, ώστε να μην είναι βαριές. Όσο γινόταν πιο ίσιες, χωρίς ατέλειες. Ο χαρταετός έπρεπε να είναι οπωσδήποτε ο μεγαλύτερος και ο πιο δυνατός! Ήταν ζήτημα τιμής.


Η μαμά διάλεγε το ρυζόχαρτο για το κυρίως σώμα. Χρωματιστό, πανάλαφρο, μπόλικο, να έχουμε και για τις τρύπες μπαλώματα αν χρειαζόταν. Τα αδέρφια μου, τον σπάγκο, την κόλλα, τα εργαλεία. 

Αφού ο μπαμπάς έφτιαχνε με τ’ αγόρια τον σκελετό -τρία καλάμια, μαστορικά σκαλισμένα, με εγκοπές, δεμένα με σπάγκο, να σχηματίζουν ένα τέλειο, γερό κι ακούνητο εξάγωνο-, κολλούσαν με τη μαμά το χαρτί.

Κι έπειτα, η στιγμή που περίμενα καρτερικά, η δουλειά που με αφορούσε: το πλέξιμο της ουράς! Η ουρά έπρεπε να είναι πάρα πολύ μακριά, γερή, όμορφη, αυτή που θα σήμαινε ότι, για μια ακόμη χρονιά, θα είμαστε γεροί και δυνατοί. Εκατοντάδες λωρίδες χρωματιστού χαρτιού στριμμένες και πλεγμένες στον σπάγκο. Πολλές φορές μάς έπαιρνε και μια εβδομάδα να την ολοκληρώσουμε, αναλόγως πόσο δουλεύαμε. Θυμάμαι ακόμα, έχω καθαρά στ’ αυτιά μου, τον θόρυβο που έκαναν οι λωρίδες χαρτιού όταν μετακινούσαμε την ουρά. Κάτι σαν συνεχές κύμα πάνω στα βότσαλα, ή φύσημα του αέρα μέσα από πυκνές φυλλωσιές. Πόσο παράξενο να θυμόμαστε τόσο καθαρά ήχους και μυρωδιές ύστερα από τριάντα περίπου χρόνια…

[Καθαρά Δευτέρα]


Ο μπαμπάς, πριν την αναχώρησή μας για το βουνό, έπρεπε να εξετάσει με σχολαστικότητα ιατροδικαστή τον χαρταετό μας. Κάποιο στραβό ένωμα, κάποιο λάθος δέσιμο, κάποιο σχίσιμο στο χαρτί, την τελειότητα της ουράς. Πόσο, θυμάμαι, αδημονούσα να δω την ουρά να υψώνεται και να λικνίζεται σαν ουρά δράκου στον ουρανό!

Μαζί με τ’ αγόρια, τρέχοντας, τον σήκωναν στον αέρα, και τότε! Και τότε ξεκινούσε η περιπέτεια! Ο αετός υψωνόταν εκπληκτικά γρήγορα αν βοηθούσε και ο καιρός, ξεπερνώντας με εντυπωσιακή ταχύτητα όλους τους υπόλοιπους. Πολλές φορές τον κρατούσαν και οι τρεις, ο πατέρας με τ’ αδέρφια μου, φορώντας γάντια για να μην καίγονται τα χέρια τους. Θυμάμαι την άγρια χαρά στα μάτια τους και το γαργαριστό γέλιο του μπαμπά μου όταν ήξερε ότι είναι και πάλι πρώτοι.

Ο χαρταετός χανόταν απ’ τα μάτια μας. Πετούσε τόσο ψηλά, που έδεναν και δεύτερο και τρίτο τόπι σπάγκου πολλές φορές. Ώσπου, βλέπαμε μόνο τον σπάγκο. Μια λεπτή χορδή να βυθίζεται στα ύψη. Ο χαρταετός γινόταν φάντασμα μα ξέραμε ότι ήταν εκεί, η δύναμή του αντιστέκόταν σε έξι δυνατά επίγεια χέρια.

Κι αφού χορταίναμε νίκη και άγρια χαρά, αφού κατέβαιναν όλοι οι χαρταετοί της περιοχής και οι φίλοι μαζεύονταν γύρω μας, ξέραμε ότι είχαμε κερδίσει. Όμως η νίκη ήταν ολονών. Όλοι μαζί, ξεκινούσαμε τον αγώνα να τον κατεβάσουμε. Τράβηγμα με τα γάντια και αγκομαχητό και ζόρι, και ενθαρρυντικές κραυγές. Ήθελε τεράστια δύναμη. Πολλές φορές ο ήλιος έδυε, κι ακόμα τραβούσαμε. Κατέβαινε σαν βασιλιάς από μακρινό ταξίδι. Ταλαίπωρος, κουρασμένος, δοξασμένος, κουβαλώντας λίγο ουρανό και για μας.

Άλλες φορές, δεν καταφέρναμε να τον κατεβάσουμε, ο σπάγκος κοβόταν κι ο χαρταετός διάλεγε τα ουράνια. Δεν τον αδικούσα.

Ο αετός οδηγούσε τα πνεύματα όλων στον ουρανό. Προέκταση των ψυχών, της έμφυτης λαχτάρας του ανθρώπου να πετάξει, μας ταξίδευε ψηλά. Μπορούσαμε ν’ αγγίξουμε κι εμείς τα σύννεφα, να φτάσουμε εκεί όπου η πραγματικότητα ενώνεται με τα όνειρα. Εκεί όπου δεν υπάρχει χρόνος. Εκεί όπου είμαστε όλοι μαζί, ξανά, χαρούμενοι. Ψηλά.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Γράφουν ποιήματα μες στο μυαλό τους.

Δεν βρίσκουν ποτέ τα μελάνια.

Τα ποιήματα πετούν και χάνονται στον άνεμο.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Καταπίνουν τ’ αστέρια,

το φως βγαίνει απ’ τα μάτια τους.

Φωτίζουνε σαν προβολείς με φως ηλεκτρικό τη νύχτα.

Τα σκοτάδια τούς τρέμουν.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Τον σταυρό, που άλλοι φορούν στολίδι,

αυτοί τον κουβαλούν ξύλινο και στεγνό

μέσα στο κάμα και τις ψαλμωδίες.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Ψάχνουν το φύλο.

Χάνουν τον φίλο.

Γυρνούν το φύλλο.

Μα η σελίδα είναι κενή·

δεν γράφτηκε ποτέ κάποιο φινάλε για αυτούς.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Η αθανασία τους είναι η αδικία που έγινε πέτρινο πουλί

και κάθεται πάνω στα καμπαναριά,

πάνω στα σύρματα και τα περβάζια·

να κοιτάζει, ακούνητο, μέσα στα σπίτια

αυτών που είδαν, αυτών που ξέρουν.

Κάποιοι άνθρωποι χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

Θα ’ρχονται κάθε βράδυ με μάτια ηλεκτρικά

να σας κοιτάξουν στο σκοτάδι.

Οι σελίδες σας θα γυρίζουν κενές.

Τ’ αστέρια θα πέφτουν πάνω σας και θα σας καίνε.

Οι γλάροι θα ψέλνουν μες στο κεφάλι σας

τα ποιήματα που χάθηκαν στον άνεμο.

Και οι σταυροί οι χρυσοί, σαν ξίφη

θα καρφώνονται ίσια στον Γολγοθά της ύπαρξής σας αιώνια.

Για χάρη των αδικημένων.

Αυτών που χάνονται πιο πολύ απ’ τους άλλους.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Δεν επιτρέπεται η έντυπη αναδημοσίευση χωρίς άδεια.

Αναθεώρηση

[Για τις ημέρες που έφυγαν- για κείνες που θα ‘ρθουν]

Πράγματα που δεν κλείνονται
σε τσέπες, σε κουτιά,
δεν αριθμούνται,
δεν γερνούν,
δεν στέκονται σε ράφια,
δεν χαλούν.
Το χιόνι.
Το ταξίδι.
Τα φιλιά.
Η θάλασσα.
Οι αγκαλιές.
Και τι δεν θα ‘δινα,
απ’ τα πλούτη μου,
ξανά να ‘ρθουν.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση με αναφορά στο όνομα της δημιουργού. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση.

Οι ευχές των Περσείδων

perseides-1-696x391-696x391Θυμάμαι την πρώτη φορά που τις είδα. 1993. Όταν καταγράφηκε ρεκόρ με περίπου 300 μετέωρα την ώρα. Δεν προλάβαινα να κάνω ευχές. Τότε έκανα όλες τις ευχές που μπορεί να κάνει άνθρωπος. Πολλές από αυτές πραγματοποιήθηκαν. Ήταν όμως κι άλλες που δεν ήξερα να κάνω, γιατί ήμουν παιδί κι έκανα μόνο παιδικές ευχές, όπως να γίνω συγγραφέας, να πάρω τηλεσκόπιο, να μάθω τα μυστικά των δέντρων, να τρώω όσα παγωτά θέλω το καλοκαίρι. Όλες πραγματοποιήθηκαν. Και ήταν οι πιο σημαντικές.
Είχαμε στρώσει στο μπαλκόνι και κοιτάζαμε εναλλάξ με ένα κιάλι. Κάπου κάπου με έπαιρνε ο ύπνος αλλά, θυμάμαι, πάλευα να ανοίξω τα μάτια ξανά και ξανά, ώσπου μπερδεύτηκε το όνειρο με την αλήθεια, μα δεν είχε και μεγάλη διαφορά. Έτσι θυμάμαι εκείνη τη νύχτα, σαν όνειρο μέσα σε όνειρο. Από τότε γεννήθηκε ο έρωτάς μου για τα όνειρα, τον ουρανό και το διάστημα.
“Όσο πιο συχνά κοιτάζουμε τον ουρανό, τόσο καλύτερος θα γίνεται ο κόσμος”. Ε.Τ.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

Μικρό Μανιφέστο

mikro-manifesto-evlampia-tsireli-readme-poihsh

Δεσμευόμαστε,

κάθε στιγμή,

όταν κι αν είναι,

να θυμόμαστε πάντα ότι,

από εδώ και πέρα,

θα προσέχουμε τα εξής:

Να συγχωρούμε ενώ μαλώνουμε

και να ξαναγαπιόμαστε·

τίποτα να μην μπορεί να μας χωρίσει

Να μη λέμε “δεν γίνεται”,

να λέμε

“τα μπορώ όλα”,

“θα προσπαθήσω όσο μπορώ”

Να ξυπνάμε μέσα στον ύπνο μας

και να βλέπουμε τι ονειρευόμαστε

Να χειροκροτάμε το φιλί,

το φαγητό,

το αστείο

και την ομορφιά

Στα σκοτάδια να ρίχνουμε φως

αφού τα σπουδάσουμε

Όταν λερώνεται η ψυχή,

να βουτάμε στα ποιήματα

να καθαρίζουμε

Να βλέπουμε όλα τα ηλιοβασιλέματα

και όλες τις πανσελήνους

Να μετράμε κάθε βράδυ τ’ αστέρια με το δάχτυλο

Να βάζουμε μόνο άνω τελείες

και πολλά κόμματα·

όλα να είναι διαδοχικά,

χειμαρρώδη και αδιάκοπα

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

Χαρακώματα

Dix-trench-in-ruins_1

Otto Dix, Zerfallender Kampfgraben, 1924

Αγρίεψαν οι άνθρωποι.

Έχουν εκείνο το χαράκωμα

στο μέτωπο.

Έχουμε πόλεμο βαρύ,

πόλεμο ανθρωπιάς και παραλόγου,

και στο χαράκωμα στριμώχνουμε ό,τι βρούμε.

Πήγε κι αυτό και άραξε ανάμεσα στα μάτια

να συννεφιάζει το βλέμμα,

να θολώνει τον καθρέφτη της ψυχής.

Ποιος το ‘σκαψε εκεί – ήθελα να ‘ξερα.

Στο χάσμα εκείνο

‘πέσαν πια όλα τα “ευχαριστώ”, τα “ορίστε”, τα “περάστε”,

τα “χαίρομαι πολύ”,

χαθήκαν.

Λίγο πιο κάτω,

μία καμπύλη αρνητική

κάτι ανάμεσα σε οργή, παράπονο και απορία

-κανείς δεν ξέρει-

τι ν’ απογίναν όλα εκείνα που μας έκαναν ανθρώπους·

τα τελευταία ορμητήρια

-χαμόγελα θαρρώ τα ‘λέγαν-
πώς μπλέχτηκαν στον κόμπο του λαιμού,

πίσω από σφαλισμένα χείλη,

αφηρημένοι τα κατάπιαμε

μέσα απ’τα δόντια

που όλο σφίγγουν, σφίγγουν

μέχρι να σφίξει η ύπαρξη

και να σκληρύνει κάθε μαλακό σημείο

μη χτυπηθεί απ’ τ’ άγριο του πολέμου

και ματώσει

και νιώσουμε πως κάποτε ήμασταν ζωντανοί.

Πώς γίναμε έτσι.


Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση με αναφορά στο όνομα της δημιουργού. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση χωρίς άδεια.

Πώς αγαπούν οι ποιητές

Δεν ξέρεις πώς αγαπούν οι ποιητές.
Οι ποιητές στην αγάπη μπαίνουν σαν πανσέληνοι.
Δεν κατεβαίνουν απ’ τον ουρανό σαν ερωτεύονται.
Σε φωτίζουν τις νύχτες
να έχεις φως εκεί που πας
να μη φοβάσαι
να μαγεύεσαι
να ‘χεις κάτι να κοιτάζεις όταν προσεύχεσαι.
Αν σε διαλέξει ποιητής, ζεις για πάντα.
Κι αν τον αφήσεις, πεθαίνει για πάντα για να ζήσεις πάλι εσύ.
Αν κλέψεις καρδιά ποιητή,
θα έχεις λίγο απ’ το χρυσάφι του κόσμου στα χέρια σου,
αφού πρώτα σκοτώσεις τον δράκο.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

Ποιος

tumblr_lgmzyjPgVs1qamlovo1_500

Όσο κανείς μεγαλώνει, τόσο μεγαλώνει η μοναξιά του.
Κι αυτό δεν οφείλεται στην απουσία ανθρώπων,
αλλά είναι επειδή περίμενε από αυτούς να τον ορίσουν.

©Ευλαμπία Τσιρέλη

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.

Το Δέντρο

3310690989

Και τι δεν θα ‘δινα να ήμουν δέντρο
Να ‘ταν το σώμα μου το σπίτι μου
Να ρίζωνα για πάντα στη γη που αγαπώ
Να ‘στεκα αγέρωχο, περήφανο στη μέση κάποιου λιβαδιού
Να μάθαινα απ’ τον άνεμο τα μυστικά του κόσμου
Να ‘μουν πολύτιμη σκιά για τον ταξιδευτή
Οι κεραυνοί να φλέρταραν το μοναχό μου σώμα
Κι όλη η ζωή μου να ‘ταν το ξημέρωμα, το σούρουπο κι η έναστρη νύχτα
Κλαδιά στον ουρανό
Ρίζες στη γη
Πνεύμα σοφό
Ώσπου οι αιώνες να με κάνουν πάλι σπόρο
Και πάλι σαν δέντρο
Να ξαναγεννηθώ

© Ευλαμπία Τσιρέλη

Στο βιβλίο “Δέντρα και Δάση της Μέσης Γης”, Ευλαμπία Τσιρέλη.

Επιτρέπεται η ηλεκτρονική αναδημοσίευση μόνο εφόσον αναδημοσιευτεί το πλήρες κείμενο, με ξεκάθαρη απόδοση στη συγγραφέα Ευλαμπία Τσιρέλη, μαζί με σύνδεσμο στην παρούσα σελίδα. Απαγορεύεται κάθε είδους έντυπη αναδημοσίευση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα υπάρχουν κυρώσεις σύμφωνα με τον Νόμο 2121/1993.