Ο δρόμος – Ελένη Μόσχου

[Αφιέρωμα στο Halloween 2022]

Περπατούσα σε ένα ασφαλτοστρωμένο δρομάκι, στην άκρη του χωριού Κονγκ. Δεν είχα ταξιδέψει ποτέ ξανά στην Ιρλανδία και η αρχιτεκτονική της ήδη μου προκαλούσε ρίγος. Το μεσαιωνικό τοπίο ήταν καταπράσινο παρόλο που σε δύο μέρες έμπαινε ο Νοέμβρης.

Νύχτωνε νωρίς στο χωριό, κάτι που εγώ είχα εντελώς ξεχάσει, συνηθισμένη από τη διάρκεια της μέρας στην Ελλάδα. Η νύχτα με βρήκε στην άκρη του χωριού, κοντά στα τελευταία σπίτια. Σκέφτηκα να κατευθυνθώ στο κατάλυμά μου ωστόσο ξαφνικά ένιωσα τα πόδια μου μουδιασμένα παρόλο που δεν ήμουν ιδιαίτερα κουρασμένη. Μία εκθαμβωτική λάμψη απλώθηκε παντού και έκλεισα τα μάτια σοκαρισμένη.

Όταν τα άνοιξα, πυκνή ομίχλη κάλυπτε το χωριό. Δεν υπήρχε ίχνος φωτός πουθενά. Μόνο το φεγγάρι, μου σκάλιζε ένα μονοπάτι στο χώμα και με οδηγούσε μακριά, σε κάτι που έμοιαζε με πυρκαγιά. Αναρωτήθηκα πώς η άσφαλτος είχε γίνει χώμα. Τα γόνατά μου έτρεμαν από τον φόβο μου καθώς προσπαθούσα να πιάσω το κινητό από την τσέπη.

Μια σκιά πέρασε από κοντά μου και με χάιδεψε στον ώμο. Άρχισα να τρέχω προς τη φωτιά αλλά σταμάτησα λίγο πριν φτάσω μπροστά της. Τα αυτιά μου έσκιζαν φωνές που έψελναν σε μία ακαταλαβίστικη γλώσσα. Δύο μεγαλόσωμοι άντρες οδηγούσαν μία γυναίκα προς τη φωτιά. Αυτή, αμίλητη, έμοιαζε να έχει αποδεχτεί τη μοίρα της. Βάδισε προς το μεγάλο πύρινο στεφάνι στη μέση του πλήθους. Μόλις χάθηκε μέσα στις φλόγες, αερικά ξεπετάχτηκαν από τις στάχτες της και χάθηκαν στον ουρανό. Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι να λιποθυμώ.

Ξύπνησα στο κρεβάτι του ξενοδοχείου την επόμενη μέρα το πρωί. Δεν θυμάμαι πώς βρέθηκα εκεί.

“Καλημέρα”, μου είπε η γυναίκα της προηγούμενης νύχτας, καθώς μου σέρβιρε πρωινό στο κρεβάτι. “Κοίτα να συνέλθεις γρήγορα. Σήμερα γιορτάζουμε το Χαλογουίν, δεν πρέπει να το χάσεις”.

Η Ελένη Μόσχου είναι απόφοιτος του εργαστηρίου. Διήγημά της μπορείτε να βρείτε στη συλλογή διηγημάτων μας, Παράξενες Ιστορίες ονείρων και μαγικού ρεαλισμού.